«Ο οψιδιανός ήταν ένα πολύτιμο πέτρωμα που βρίσκεται μόνο στη Μήλο, με λίγα κοιτάσματα στην Αντίπαρο και στο Γυαλί (νησάκι μεταξύ Νισύρου και Κω). Από εκεί και μέσω του εμπορίου διαδόθηκε σε όλο το Αιγαίο, καθώς και στην ηπειρωτική χώρα», εξηγεί ο κ. Νικόλαος Λάσκαρης από το Πανεπιστήμιο του Αιγαίου στο διαδικτυακό περιοδικό Past Horizons.
Έτσι, οι άνθρωποι πριν από την Εποχή του Χαλκού που ήθελαν να αποκτήσουν αιχμηρά εργαλεία και όπλα είχαν μία μόνο λύση: να ταξιδέψουν με πλοίο μέχρι τη Μήλο. Και όπως φαίνεται από τις νέες έρευνες, αυτό ακριβώς έκαναν.
Ενδείξεις για ταξίδια στη Μήλο από την παλαιολιθική εποχή έχουν βρεθεί στο σπήλαιο Φράγχθι του νομού Αργολίδας, μια από τις σημαντικότερες προϊστορικές θέσεις στην Ελλάδα. Το σπήλαιο κατοικήθηκε σίγουρα από τον Homo sapiens (30000 π. Χ.), πιθανόν και από τον άνθρωπο του Νεάντερταλ (40000 π. Χ.), ενώ υπάρχουν ενδείξεις συνεχούς κατοίκησης μέχρι το 3000 π.Χ., καθιστώντας το έναν από τους μακροβιότερους τόπους συνεχούς ανθρώπινης παρουσίας.
Στο εσωτερικό του βρέθηκαν μοναδικά ευρήματα, όπως ένας ανθρώπινος σκελετός, ηλικίας 10.000 - 8.000 ετών, πήλινα θραύσματα, ειδώλια, αγαλματίδια, χάντρες, κατεργασμένα όστρακα και οψιδιανός της παλαιολιθικής εποχής. Η τελευταία ανακάλυψη έφερε τα πάνω κάτω στην αντίληψη για τις θαλάσσιες μεταφορές, καθώς γεωχημικές έρευνες έδειξαν ότι πρόκειται για οψιδιανό που προήλθε από το αιγαιοπελαγίτικο νησί, 80 μίλια μακριά από το σπήλαιο. Ωστόσο η απάντηση για το πότε έγινε αυτή η μεταφορά δεν ήταν εύκολο να δοθεί.
«Επρόκειτο για ναυτικούς που πέρναγαν από το ένα νησί του Αιγαίου στο άλλο, φτάνοντας μέχρι τη Μικρά Ασία και την ελληνική ενδοχώρα», αναφέρει ο κ. Λάσκαρης, ο οποίος μαζί με τους συνεργάτες του δημοσιεύουν σχετικό άρθρο στο «Journal of Archaeological Science», στο τεύχος του Σεπτεμβρίου 2011.
«Μέχρι σήμερα μόνο στο Σπήλαιο Φράγχθι έχουν βρεθεί οψιδιανοί που χρονολογούνται περίπου στο 8500 π. Χ. Με τα νέα δεδομένα όμως αποδεικνύεται ότι υπήρξε μια πιο πρώιμη επαφή με τα παράκτια μέρη», συμπληρώνει.
Ο Έλληνας επιστήμονας και οι συνεργάτες του χρησιμοποίησαν μια μέθοδο που λέγεται χρονολόγηση της υδάτωσης του οψιδιανού (obsidian hydration dating, OHD), η οποία συνδυάστηκε μαζί με μια νέα τεχνική, τη φασματομετρία δευτερογενούς μάζας ιόντων της διαποτισμένης επιφάνειας (secondary ion mass spectrometry of surface saturation, SIMS-SS).
«Μια φρεσκοκομμένη επιφάνεια οψιδιανού περιέχει μικροσκοπικές ρωγμές, μέσα στις οποίες το νερό απορροφιέται με τον χρόνο», δηλώνει η ερευνήτρια Έλερι Φραχμ από το Πανεπιστήμιο Μινεσότα Twin Cities και πρόεδρος της Διεθνούς Ένωσης για τη Μελέτη του Οψιδιανού, η οποία εξηγεί στο περιοδικό γιατί έγινε η συγκεκριμένη επιλογή μεθόδων.
Η OHD από μόνη της δεν είναι πολύ αξιόπιστη στη χρονολόγηση πετρωμάτων. Με τη νέα τεχνική SIMS-SS, οι επιστήμονες μπορούν να υπολογίσουν την ποσότητα του νερού που εισχωρεί στο πέτρωμα. «Μια δέσμη σωματιδίων απομακρύνει τα ιόντα από τις λεπτές σαν φλούδα κρεμμυδιού στρώσεις του οψιδιανού. Είναι σαν να υπολογίζουμε τη σύνθεση κάθε μίας από αυτές», τονίζει. Με αυτό τον τρόπο, κάθε αλλαγή στο περιεχόμενο του νερού μπορεί να διερευνηθεί σε βάθος, αποκαλύπτοντας ακριβώς το πώς έγινε αυτή η αλλαγή.
Με τη νέα μέθοδο, ο κ. Λάσκαρης και οι συνεργάτες του απέδειξαν ότι αντικείμενα από οψιδιανό της Μήλου κατασκευάστηκαν στην ενδοχώρα πολύ νωρίτερα από ό,τι αρχικά θεωρείτο. Με άλλα λόγια, οι προϊστορικοί άνθρωποι πραγματοποίησαν θαλάσσια ταξίδια στα νησιά -με άγνωστους μέχρι σήμερα τύπους πλοίων- από πολύ νωρίς.